Ως αντιανταγωνιστικές πρακτικές, ορίζονται διάφορες μορφές συνεργασίας μεταξύ επιχειρήσεων, ήτοι συμπράξεις, συμφωνίες, αποφάσεις ενώσεων επιχειρήσεων ή/και εναρμονισμένες πρακτικές, οι οποίες έχουν ως αντικείμενο ή αποτέλεσμα την παρεμπόδιση, τον περιορισμό ή τη νόθευση του ανταγωνισμού, εντός της αγοράς ή δύναται να επηρεάσουν το εμπόριο μεταξύ κρατών μελών.
Τέτοιες συμφωνίες μπορεί ενδεικτικά να στοχεύουν στον καθορισμό τιμών ή όρων διανομής, ενώ όμοια αντιανταγωνιστικά αποτελέσματα ενδέχεται να δημιουργήσουν και οι πρακτικές των επιχειρήσεων που κατέχουν δεσπόζουσα θέση σε μια αγορά/αγορές, αφού λόγω της ισχυρής αυτής θέσης τους, έχουν τη δυνατότητα να συμπεριφέρονται ανεξάρτητα από τους υπόλοιπους ανταγωνιστές τους, και συνεπώς να επηρεάζουν και να καθορίζουν τις συνθήκες της αγοράς/των διαφόρων αγορών.